This astonishing, autobiographical tour de force was written by Hans Fallada in an encrypted notebook while he was incarcerated in a Nazi insane asylum. Discovered after his death, it tells the tale—often fierce, often poignant, often extremely funny—of a small businessman losing control as he fights valiantly to blot out an increasingly oppressive society.
In a brilliant translation by Charlotte and A.L. Lloyd, it is presented here with an afterword by John Willett that details the life and career of the once internationally acclaimed Hans Fallada, and his fate under the Nazis—which brings out the horror of the events behind the book.
Hans Fallada, born Rudolf Wilhelm Adolf Ditzen in Greifswald, was one of the most famous German writers of the 20th century. His novel, Little Man, What Now? is generally considered his most famous work and is a classic of German literature. Fallada's pseudonym derives from a combination of characters found in the Grimm fairy tales: The protagonist of Lucky Hans and a horse named Falada in The Goose Girl.
He was the child of a magistrate on his way to becoming a supreme court judge and a mother from a middle-class background, both of whom shared an enthusiasm for music and to a lesser extent, literature. Jenny Williams notes in her biography, More Lives than One that Fallada's father would often read aloud to his children the works authors including Shakespeare and Schiller (Williams, 5).
In 1899 when Fallada was 6, his father relocated the family to Berlin following the first of several promotions he would receive. Fallada had a very difficult time upon first entering school in 1901. As a result, he immersed himself in books, eschewing literature more in line with his age for authors including Flaubert, Dostoyevsky, and Dickens. In 1909 the family relocated to Leipzig following his father's appointment to the Imperial Supreme Court.
A rather severe road accident in 1909 (he was run over by a horse-drawn cart, then kicked in the face by the horse) and the contraction of typhoid in 1910 seem to mark a turning point in Fallada's life and the end of his relatively care-free youth. His adolescent years were characterized by increasing isolation and self-doubt, compounded by the lingering effects of these ailments. In addition, his life-long drug problems were born of the pain-killing medications he was taking as the result of his injuries. These issues manifested themselves in multiple suicide attempts. In 1911 he made a pact with his close friend, Hanns Dietrich, to stage a duel to mask their suicides, feeling that the duel would be seen as more honorable. Because of both boys' inexperience with weapons, it was a bungled affair. Dietrich missed Fallada, but Fallada did not miss Dietrich, killing him. Fallada was so distraught that he picked up Dietrich's gun and shot himself in the chest, but miraculously survived. Nonetheless, the death of his friend ensured his status as an outcast from society. Although he was found innocent of murder by way of insanity, from this point on he would serve multiple stints in mental institutions. At one of these institutions, he was assigned to work in a farmyard, thus beginning his lifelong affinity for farm culture.
While in a sanatorium, Fallada took to translation and poetry, albeit unsuccessfully, before finally breaking ground as a novelist in 1920 with the publication of his first book Young Goedeschal. During this period he also struggled with morphine addiction, and the death of his younger brother in the first World War.
In the wake of the war, Fallada worked several farmhand and other agricultural jobs in order to support himself and finance his growing drug addictions. Before the war, Fallada relied on his father for financial support while writing; after the German defeat he was no longer able, nor willing, to depend on his father's assistance. Shortly after the publication of Anton and Gerda, Fallada reported to prison in Greiswald to serve a 6-month sentence for stealing grain from his employer and selling it to support his drug habit. Less than 3 years later, in 1926, Fallada again found himself imprisoned as a result of a drug and alcohol-fueled string of thefts from employers. In February 1928 he finally emerged free of addiction.
Fallada married Suse Issel in 1929 and maintained a string of respectable jobs in journalism, working for newspapers and eventually for the publisher of his novels, Rowohlt. It is around this time that his novels became noticeably political and started to comment on the soc
Αυτό, το εθισμένο στον θάνατο και τα παράγωγα του μυθιστόρημα, έχει διαγνωστεί με σοβαρή κατάθλιψη και αυτοθεραπεία με αλκοόλ. Αναμφίβολα η διάγνωση είναι σωστή. Τα βασικά χαρακτηριστικά της αρρωστημένης έλξης προς την καταστροφή που διαπνέει την ιστορία μας, ειναι η έλλειψη αυτοπεποίθησης και η αδυναμία πρωτοβουλίας. Η ανασφάλεια, η ανάγκη για κοινή αποδοχή και αναγνώριση. Η φυσική συστολή μπροστά στην επιθετική συμπεριφορά. Καθώς ο αδύναμος θαυμάζει και μισεί τις θέσεις ισχύος, αρχίζει να διαγράφει πορείες και προορισμούς προς την ακαταμάχητη γοητεία της παραίτησης, της καταστροφής και του αφανισμού.
Σε δεύτερο επίπεδο συλλογισμού, μπορούμε να αναφερθούμε στην κατάρα του εθισμού στο αλκοόλ. Στην μάστιγα του εθισμού γενικά.
Ο Φάλλαντα καταγράφει μια τραγωδία, ένα αυτοβιογραφικό κομμάτι δυσφορίας που ίσως θα μπορούσε να συνδυαστεί σαν κβαντική έλξη με την ψύχωση της Γερμανίας τη δεκαετία του 1930 και 1940.
Η ιστορία επιβεβαιώνει όλη τη μακάβρια εξουσία που έχει, ώστε να στοιχειώνει τους αναγνώστες άμεσα, ξεκάθαρα, πραγματικά και παντοτινά.
Το μυθιστόρημα γράφτηκε σε κάποιο άσυλο της Γερμανίας το 1944- σε σύντομο χρονικό διάστημα. Μια μεθυσμένη, υπνωτιστική μελέτη για τη ζωή ενός επιχειρηματία της αστικής κοινωνίας, με ικανοποιητικά όνειρα συντηρητισμού, οικογένεια, βολεμένες προσδοκίες και ψυχικές διεργασίες κακομεταχείρισης και προσωπικής κατάρρευσης, που οδηγούσαν με μαθηματική ακρίβεια στην κακοήθη δύναμη της αυτοκαταστροφής.
Η πορεία ζωής του Herr Sommer, που βουτάει με απίστευτη ευκολία στο χάος του αλκοολισμού προσπαθώντας να πάρει δύναμη, κουράγιο, ελπίδα, θάρρος, αισιοδοξία,έρωτα,ελευθερία έκφρασης, σεβασμό και λύτρωση απο κάθε βάσανο, πίνοντας ποτήρια γεμάτα θάνατο. Εκεί, μέσα στο χάος του αλκοόλ βρίσκει αποθέματα ευφορίας, απελπισίας, διαστρεβλωμένου εξορθολογισμού, ντροπής, παράνοιας, εξευτελισμού, αποδυνάμωσης και υποβάθμισης σε κάθε επίπεδο.
Καταλήγει στη φυλακή και μετά σε άσυλο «ναζιστικής» θεραπείας. Ο κρατικός μηχανισμός τον κλειδώνει σε αυτό το ίδρυμα, το σπίτι των νεκρών, και πετάει το κλειδί στην κόλαση. Εκεί ο Sommer τιμωρείται σαν εγκληματίας, ενώ είναι ένας αξιολύπητος, ευαίσθητος και αδύναμος χαρακτήρας που νοσεί βαριά.
Μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα εγκλεισμού αντιλαμβάνεται με την αλκοολική παραίσθηση μέθης πόσο επιφανειακά, βιαστικά και παραπλανητικά ξέφευγε απο την πραγματικότητα και έμπαινε όλο και πιο βαθιά σε μια περιδίνιση αδυναμίας ψυχοκοινωνικού θανάτου.
Ο Φάλλαντα με την πιο πεζή, πραγματική, σκληρή, αληθινή και βάρβαρη πεζογραφία του διαχέει μέσα στην καρδιά του αναγνώστη τρομακτικά κύματα κατανόησης της κυκλικής πτώσης του Sommer. Η ψευδαίσθηση της απόδρασης και η απόλυτη παράδοση του στον εθισμό μεταφέρονται απο τον συγγραφέα ως απανωτές εκρήξεις στην ψυχή, ως ξέφρενη ανάγκη θανάτου,ως μανιακή φρενίτιδα και βίαιη αυτοκαστροφή.
Έτσι, βιώνουμε μαζί του την παθολογία της κοινωνίας που ειναι καταπιεσμένη και καταπιεστική. Η θλίψη βασιλεύει και ο «πότης» χαράζει ανεξίτηλα σημάδια ακόμη και στην πιο σκληρή καρδιά.
Αν η παράδοξη πεζογραφία του Φάλλαντα, που με κυρίεψε ολοκληρωτικά, έχει και στοιχεία επιδέξιου συμβολισμού, μέσα στην μεθυστική αρπαγή της λογοτεχνικής φανταστικής ιέρειας, δεν τα εντόπισα, δεν τα αναγνώρισα.
Μπορεί φυσικά όποιος διαβάσει αυτό το συγκλονιστικά ανθρώπινο μυθιστόρημα να βρει εύκολους συμβολισμούς. Ο πότης είναι η θλιβερή Γερμανία και το εθιστικό ποτό ο ναζισμός. Ακριβώς όπως ο πότης κλείνει τα μάτια και αγκαλιάζει τον εθισμό του προσκυνώντας την επίπλαστη ευδαιμονία, έτσι, και η Γερμανία στρέφεται στο Γ´ραιχ του Χίτλερ, χαιρετάει με δέος το ναζιστικό κόμμα, ελπίζοντας σε μια ψευδαίσθηση ευημερίας και «καθαρότητας».
Προσωπικά, αυτό το μήνυμα δεν το εξέλαβα. Θα ήταν μια εύκολη παραδοχή της υπόκλισης στο φασισμό όλης της ανθρώπινης φυλής.
Μικρό αριστούργημα στυλιστικης γραφής, μοναδική πινακοθήκη ανθρώπινων χαρακτήρων και ντοκουμέντο καταστάσεων σε συνθήκες ιδρυματισμου. Το αφήγημα χωρίζεται σε δύο μέρη. Στο πρώτο, περιγράφεται η ηθική και πνευματική κατάρρευση ενός ανθρώπου που καταφεύγει στο ποτό για να ξεφύγει από την ίδια του την αδυναμία να αντιμετωπίσει τις ευθύνες της ζωής και της δουλειάς του και τις απαιτήσεις του κοινωνικού του περίγυρου. Η πλοκή σε αυτές τις 198 σελίδες τρέχει ασταμάτητα, ο ήρωας κατρακυλάει στην άβυσσο του αλκοολισμού χωρίς φραγμο και με τον ίδιο τρόπο ο Φαλαντα τα καταγράφει όλα αυτά με ύφος και ταχύτητα πολυβολου! (τις διάβασα μέσα σε 4 ώρες) Στο δεύτερο μέρος όμως, όπου διηγείται τις συνήθειες και τους χαρακτήρες στο άσυλο των φρενοβλαβων, το ύφος είναι στάσιμο· ένα ψηφιδωτό. Μέσα στην μάζα των ζωντανών - νεκρών του ασύλου, αρπάζει σαν ψηφιδα τον κάθε άρρωστο, χρωματιζοντας εκείνο το μέρος της ζωής του καθενός, που το ίδιο το Ίδρυμα θέλει να σβήσει μέσα στη νόρμα της δήθεν αποκατάστασης...
Μαρτυρία προσωπική του συγγραφέα καθώς πάλεψε χρόνια με το αλκοόλ, τη μορφινη και έζησε έτη από τη ζωή του σε άσυλα και ψυχιατρεία. Πού σταματά η τέχνη της αφήγησης και πού ξεκινά η αληθινή μαρτυρία είναι δύσκολο να διαπιστώσει όποιος δεν έχει εκπεσει ποτέ σε παρόμοιες καταστάσεις. Ή δεν αντέχει να αντιμετωπίσει, καμία φορά, τον εαυτό του χωρίς το ...πετσί του ρόλου του. Διαλέγετε και παίρνετε
If there is a depressive, addictive, mentally unstable and suicidal author out there, I will seek him out, sooner or later. It is my special superhero power. If I particularly love a book, I now dread to look up the author bio. There seems to be a direct correlation between my admiration of a literary work and the inevitable death by unnatural causes of the author.
This of course was no exception. Fallada is perhaps one of the more unhinged of the lot. Deeeply depressive, with several stints in insane asylums, he finished his lifeas an alcoholic, a chain smoker (200 cigarettes a day. How is this even possible)and a drug addict. Prior to his morphine overdose, his staunch, capable wife had finally had to give up on him. Despite an inauspicious beginning: he’d written her a week before their marriage: ‘I hope you realize that your prospect is one of financial insecurity, that I am in bad health, that I can and must give you no children, that I have been rejected by more social class’, she took him in and kept it together so obligations could be met (read here earn money and pay bills), whilst he went off on bender after bender.
But then, in quick succession, he did two things. First, he had an affair with the au-pair. I don’t know how he managed it – alcoholics are notorious for promises they can’t keep . You know what I mean. Then, he took up with a another woman yet: a partner in crime: a fellow alcoholic and drug addict. The two of them embarked on their very own Selbyesque Requiem for a Dream and ‘erased their own map’ within a year of their unholy union.
Hans Fallada is not a Hans Fallada. He is a Rudolph Ditzen who took his pseudonym from Grimms Fairy tales: Hans with Luck and the Goose Girl. Grimm tales, as everyone knows, are bloodthirsty, gruesome and pretty horrific: it boggles the mind how anyone thought them fit for children, sanitised though they are in English. Hans of course has no luck, and Falada the horse in the Goose Girls gets his head chopped off. See?
The Drinker, it turns out, is a roman a clef. Written in an insane asylum on a scrap paper whilst Fallada was in the process of ‘drying out’ , it maps out the ruinous descent into alcoholism of an Edwin Sommer, his rejection of his stalwart, capable wife Magda and infatuation with the ‘reine of alcohol’, his own real life booze partner. Finally, incarceration in an insane asylum and the implication of ‘indefinite leave to remain’ therein.
Fallada writes with aplomb but no fanfare: the initial stages of Edwin’s alcoholisation are poignantly true-to-life. A petty, insubstantial man, buoyed afloat in his business affairs by his wife, takes the reins of his company in a show of self righteous independence and promptly ruins it. A drink to cope with this fiasco turns to two and ten and then scores of bottles per day: alcohol dumbs down his sense of failure. In fact, failure is no longer a threat: the only important thing is a drink: all else is irrelevant.
Standing in his way, of course, is his wife Magda: a constant reminder of what he can never be: successful, smart, efficient, etc. So, course of action: despise and hate her: transform her in his mind as the harbinger of all his disasters.
Now follow a sequence of escapades in which Erwin reels from one disaster to another: exactly like hapless Pip in Nathaniel Hawthorne’s ‘A Cool Million’ (although Fallada may have been thinking more of Hans with luck). Perhaps worthwhile mentioning that Erwin always seems to be the master of his own misfortune in all of this.
Finally, the stay in the insane asylum, from which he never effectively escapes: beautifully rendered, with detailed anecdotal evidence of the intricacies of such a sojourn (obviously experienced firsthand). First prize for ‘Saddest Sobstory’: Heltz. Incarcerated for sexual offences against young boys. Told he will not be released unless he undergoes a voluntary castration. Takes a year and a half to work up to it. Undergoes procedure. Following which, is denied release and remains interred indefinitely.
I’m not sure, though, that what we have here your typical ‘sad’ ending. It seems to me that, for someone like Erwin Sommer: a failed entrepreneur, husband, citizen, etc on the outside, the therapeutic routine of basket weaving in the asylum provides, for the very first time, a peace and fulfilment to a man wrongly matched with his aspirations in the jurisprudence of life. Brilliant, sardonic noir.
"Πάντα κάτι λειπει απ του ανθρώπου την ευτυχία, κάνεις ποτέ δεν ειναι απόλυτα ευχαριστημένος. Εγω, ας πούμε, ηπια το κόκκινο κρασί και τώρα δεν υπάρχει σταγόνα σ' αυτο το σπιτι."
____________________
Λοιπον ο Φάλλαντα ηταν μια τυχαια και -πολύ- ευχαριστ�� έκπληξη! Δεν ειχα ξανακουσει γι αυτον μεχρι πρότινος. Δεν ηξερα οτι χρησιμοποίησε ψευδωνυμο παρμενο απο δυο παραμυθια των Αφων Γκριμ (Hans im Glück - Die Gänsemagd). Δεν ηξερα πως αυτα που γραφει στον Ποτη ειναι περίπου προσωπικά βιωματα, οτι εχει κανει σανατοριο, αποτοξινωτική κλινικη, οτι φυλακίστηκε επι Ναζισμου και οτι εγραφε μ εναν ιδιοτυπο κωδικα για να μην του καψει τα γραπτα η λογοκρισια. Δεν ηξερα οτι πεθανε πριν τα 50 του απο εξαρτησεις. "Υπηρξα αδύναμος" παραδέχτηκε, μοτιβο που επαναλαμβανεται συχνα και στο βιβλίο.
Δεν θελω να πω πολλα για την υποθεση, για να μην κανω σποιλερ, αν και δεν ειναι απο τα βιβλια που περιμενεις σασπενς. Ειναι προδιαγεγραμμένη η πορεια ενος λουζερ. Ενος φαινομενικού θυματος, που ειναι στην πραγματικόητα θυτης - και δολοφονος - του εαυτου του. Το χιουμορ του μεσα στην τραγικότητα του, το μπλεξιμο στα γραναζια της γραφειοκρατιας και του παραλόγου της ζωής και η ματαιότητα της υπαρξης ενος αδυναμου και αβουλου ανθρωπάκου μου θυμισαν πολυ εντονα Καφική γραφή - ειμαι σχεδον σιγουρη ότι τουλαχιστον επηρεάστηκε.
Τοσο βαθιες ψυχογραφίες, τοση χαρμολύπη και αστεία σχεδον απόγνωση, τετοια λεπτομερης σκιαγραφηση της πορειας σκεψης σκιωδών ανδρείκελων... ενα μεγαλο ρισπέκτ απο μένα.
Πραγματικά μ εντυπωσιασε παρα πολυ η οξυδερκεια αυτου του μεγαλου - και υποτιμημένου θα προσθετα, συγγραφέα, ο οποιος νομιζω θα πρεπε να βρισκεται στο πανθεον των πολυ Μεγαλων, διπλα στον Χεμινγουει, τον Καφκα, τον Ντοστογιεφσκι ακομη, συγκρινοντας ηθογραφιες και περιγραφες απο την απελπισια και την εξαρτηση.
Το ξεκινησα τυχαια, ανοιγοντας μονο "για μια ματιά" και κολλησα πολυ ασχημα. Εθισμος κι εξαρτηση κι απ την πλευρα μου - πλευρα αναγνωστη - και το σκεφτομουν ολη μερα, πότε θα βρω χρονο να μεινω μονη με τον καημένο τον Πότη μου και την κακή του μοιρα.
Μια σπουδη στον ανθρωπο, στα παθη και στην φθαρτη και καθοδηγουμενη πλευρα του. Για το πως η ζωη απο λουνα παρκ μπορει να γινει τρενακι του τρόμου και να μην ξερεις απο πού να το πιασεις για να ξεκανεις το στραβοπάτημα. Για την ατομική ευθυνη. Για την κακη μοιρα. Για την καλή μοιρα των αλλων που δεν φαινεται να σου κανει εσενα καμία μα καμία χάρη. Για το οτι η αληθινή ζωη σπανια εχει happy endings.
Για το συν Αθηνά και χείρα κίνει, τελικά.
Σαν μια προσωπική απολογία, κατα καποιο τροπο, μια νουθεσία και μια προειδοποιηση προς πασα κατευθυνση, οτι κοιτα, εγω τα εκανα σκατα, και αυτη ειναι η ιστορια μου, οποτε παρ την και μαθε απ αυτο, σκεψου, και μην σκατώσεις και την δική σου.
πεντε δικαια αστερια. Σκοπευω να διαβασω τα πάντα του. Φαν(άτικ)
____________
"Κουραγιο Ερβιν, η ζωη είναι άπονη, προχώρα εμπρός ,δεν εχεις χρόνο να πάρεις ανάσα!"
« Η ζωή είναι εδώ. Μου γνέφει, νέα, χαμογελαστή –«μπορείς να ξαναρχίσεις κάθε στιγμή» λέω μέσα μου, «δική σου η απόφαση».
Αν κάτι με μαγεύει στο Fallada είναι η απλότητα του λόγου του. Όσο σκληρό και αν είναι κάποιες φορές αυτό θέλει να σου πει το πω με ένα τρόπο τόσο μετρημένο, τόσο ρεαλιστικό που ακόμα και αν δεν έχεις βιώσει ποτέ ανάλογες καταστάσεις με τον ήρωα του εκάστοτε βιβλίου του δε μπορείς να μην μπεις στα παπούτσια του, να γίνεις ένα με εκείνον και την ιστορία του. Οι ήρωες του Φαλάντα είναι άνθρωποι της διπλανής πόρτας, σαν εμάς με αδυναμίες, πάθη, ελαττώματα και το μαγικό που καταφέρνει ο συγγραφέας και εμένα προσωπικά με μαγεύει είναι ο τρόπος που ποτέ δεν τους κρίνει, ποτέ δεν γίνεται καλός, ούτε κακός απέναντι τους αλλά αφήνει σε εμάς τους αναγνώστες το δικαίωμα να τους κρίνουμε και να αποφασίσουμε γι αυτούς. Είναι πραγματικά τρομερό κατόρθωμα αν αναλογιστεί κανείς ότι στο μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου ο συγγραφέας καταπιάνεται με την αδυναμία και το πόσο μπορεί ένας άνθρωπος να οδηγηθεί ο ίδιος στην αυτοκαταστροφή του. Ο ήρωας επιλέγει το ποτό για να λύσει τα προβλήματα του και όσο πιο πολύ βυθίζεται σε αυτό τόσο ο Φαλάντα με τη μαγική του πένα παρασύρει τον ήρωα αλλά με ένα τρόπο ανθρώπινο να αντιμετωπίσει τα πάθη του, μόνος του. Πίνω σπάνια όμως ο Έρβιν μου θύμισε πολύ εμένα την ίδια σε παλιότερες εποχές της ζωής μου όπου έχοντας χάσει τον εαυτό μου προσπαθούσα να ρίξω το κατηγορώ στους άλλους, πίστευα ότι όλοι οι άλλοι είχαν άδικο και εγώ έστεκα μόνη στην άλλη άκρη του μονοπατιού έρμαιο των κακών μου επιλογών. Είναι πραγματικά μαεστρικός ο τρόπος με τον οποίο ο συγγραφέας περιγράφει βήμα προς βήμα τα στάδια της αυτοκαταστροφής ενός ανθρώπου, τις αλλαγές στην ψυχολογία και πόσο μπορούν να σε επηρεάσουν αυτές. Εξαιρετικό το επίμετρο. Καταπληκτική δουλειά πραγματικά. Εκεί καταλαβαίνεις ακόμα περισσότερο το μεγαλείο του βιβλίου και γνωρίζεις τον άνθρωπο πίσω από το συγγραφέα. Εκπληκτική έκδοση που αξίζει θερμών συγχαρητηρίων. Διψάμε από τέτοιες εκδόσεις και μακάρι όλοι οι εκδοτικοί οίκοι να αντιμετώπιζαν με τέτοια συνέπεια και ήθος τα πραγματικά τόσο «μεγάλα» έργα που έχουν στα χέρια τους.
Άλλο ένα μυθιστόρημα όπου έχουμε να κάνουμε με έναν λούζερ, έναν αδύναμο, ένα χαμένο κορμί, ή μάλλον την πορεία ενός ευυπόληπτου επιχειρηματία προς την απόλυτη εξαθλίωσή του. Ο Πότης είναι ένα πολύ καλό μυθιστόρημα, σαν να διαβάζεις κάτι κλασικό, όπου ο κύριος χαρακτήρας αναλύεται σε βάθος ώστε μετά να τον κουβαλάς μαζί σου γιατί έχετε γνωριστεί καλά. Λαχταρούσα να ξαναπιάσω τον πότη στα χέρια μου, να συνεχίσουμε την παρέα μας, αγωνιούσα για τις επόμενες κινήσεις του και περίμενα –επιθυμούσα- να γινόταν εκείνη η κίνηση ματ που θα τον τραβούσε σαν από μηχανής θεός από την ολοένα επιταχυνόμενη ντεκαντάνς του. Όμως οι προσδοκίες δεν μπορεί να είναι μεγάλες για έναν πότη στην ύπουλη κινούμενη άμμο που λεγόταν ναζιστική Γερμανία. Το παράλογο είναι πρωταγωνιστής, το ανέλπιδο είναι προφανές, το τραγικό είναι πανταχού παρόν.
Από τις πρώτες σελίδες, ακόμα πριν την είσοδό του στη δίνη του αλκοολισμού, μπήκε στη δίνη των δεύτερων και τρίτων σκέψεων που έγιναν η ίδια του η καταδίκη. Πόσες φορές δεν πλάθουμε με το νου μας σενάρια επί σεναρίων, αισθανόμενοι ένα παράλογο σύνδρομο καταδίωξης κατά μας; Και πόσο άρρωστους μας καταντά μια τέτοια διαδικασία τελικά; Εδώ το βλέπουμε αυτό να γίνεται πράξη μπροστά στα μάτια μας. Γνωρίζετε το ανέκδοτο «Άι γ@μήσου εσύ κι ο γρύλος σου»; Κάπως έτσι πλάστηκε μέσα στο μυαλό του πότη μια παράλογη χιονοστιβάδα σκέψεων που τον έκανε φουλ επιφυλακτικό και εχθρικό απέναντι στη γυναίκα του.
Η αξία του βιβλίου είναι αναμφισβήτητη, πρόκειται για ακόμα μία μαρτυρία της πολιτικής της ναζιστικής Γερμανίας. Δεν θα ήταν δύσκολο να στοιχειοθετηθεί κατηγορία εναντίον σου και ξαφνικά να βρεθείς ανάμεσα σε καρικατούρες και αποβράσματα, σε ανθρωπάρια και άτεγκτους φύλακες, χωρίς να μπορείς να εμπιστευτείς ούτε τον γείτονα, που κατά τα άλλα ήταν πάντα φιλειρηνικός, ήρεμος, ήσυχος ανθρωπάκος.
Μου άρεσε ένα τσικ περισσότερο από το «Μόνος στο Βερολίνο».
Ο πότης είναι ένα ξεκάθαρα ψυχογραφικό βιβλίο με φοβερή μάλιστα απόδοση αυτής της ιδιότητάς του. Η στροφή του ήρωά μας στο ποτό όμως, φαίνεται πως δεν έχει να κάνει με το αλκοόλ. Ο εθισμός του σχετίζεται πολύ περισσότερο με την αδυναμία του χαρακτήρα του που είναι και η ρίζα του κακού. Όσο προχωρά η αφήγηση, βλέπουμε ότι η έλλειψη του ποτού δεν αποτελεί πρόβλημα για τον Έρβιν, απλούστατα γιατί ήταν κατεστραμμένος πολύ πριν και παρά εκείνη την πρώτη γουλιά κρασί. Ο Fallada βάζει με απλότητα λόγου προσωπικά στοιχεία στο κείμενό του. Όντας ο ίδιος εθισμέν��ς σε καταχρήσεις, μοιάζει σαν να μας απευθύνεται κάνοντάς μας να τον καταλάβουμε λίγο. Και ο ήρωάς του που παραδόξως δεν χάνει το χιούμορ του παρά την γρήγορη εξέλιξη της κατάρρευσής του, σε κάνει να τον συμπονάς. Ακόμα περισσότερο όταν στη μάχη με τον πληγωμένο του εγωισμό, τον βλέπεις να βασανίζει τον εαυτό του με όλα τα σενάρια που γεννά το μυαλό του προκειμένου να δικαιολογήσει τις πράξεις και τις επιλογές του. Μια συγκλονιστική ωδή στις αδυναμίες που μέσα από τα προσωπικά βιώματα του συγγραφέα και ιδίως την περίοδο που γράφτηκε, γιγαντώνει την σημασία της λογοτεχνικ�� και όχι μόνο.
Θα είναι πολύ περίεργο αν κάποιος το διαβάσει και δε συμπονεσει έστω λίγο τον αφηγητή-συγγραφέα. Ένας μέχρι πρότινος ηθικός και ήσυχος άνθρωπος, ολισθαίνει στην έξη του από το αλκοόλ και φτάνει σε πράξεις που ούτε ο ίδιος δε θα μπορούσε να φανταστεί. Τα αποτελέσματα αυτών των πράξεων θα τον οδηγήσουν στην σύλληψ�� και τον εγκλεισμό του σε ιδρυμα... Δεν είχε τύχει να διαβάσω κάποιο βιβλίο του Φαλαντα μέχρι σήμερα, είμαι πολύ χαρούμενος όμως που το έκανα και σίγουρα αξίζει να ψάξει κανείς το έργο του.
Of course I have not always been a drunkard, the main character, Erwin Sommer, says to begin this tale. Me neither, says I.
This is the tale of a respectable man who takes to drink late in life and then follows a quick spiral downward into insanity. It does not stray far from the outline of the author's own life: drink, marital trouble, more drink, the loss of self-esteem, even more drink, attempted spousal-cide, arrest, incarceration, insane asylum.
As with his other novels, Fallada wrote this in a spurt, about two weeks. It is well-told and, I imagine, wonderfully translated.
The back of the book teases though that Fallada wrote this "in an encrypted notebook". The short author bio at the end of the book continues this, saying the book was written "in code" and is "a brilliant, subversive novel."
So I looked, you know, for the allegory. And if you strain, you could read this as allegory, maybe about the Nazis. You can read any book as an allegory of the Nazis, even books written hundreds of years before the Nazis.
But, the same publishers that suggested that also included a substantial Afterword, whose author convincingly says the book was "not in code as has sometimes been suggested, but in fine criss-crossed lines to economize paper." Sloppiness like that could drive a reader to drink.
I ultimately did not read this as allegory, but rather as the story of the unraveling of a mind. A personal account. The alcohol here is beside the point. Erwin Sommer started his descent before the first drink. His fault, not someone else, not something else. Me neither. And that is story enough.
Ο Ερβιν, ο πρωταγωνιστης του ποτη, ειναι αλλος ενας Μερσω του Ξενου, αλλος ενας Τζοσεφ Κ. της Δικης, ειναι αλλος ενας τραγικος ηρωας που εζησε μια ζωη καταπιεσης, προσπαθειας ενταξης στους κανονες, που εσκυψε το κεφαλι στην κοινωνια, που δικαζεται και καταδικαζεται καθημερινα οταν αποφασιζει να ενδωσει στα παθη του. Ο Ερβιν, με προφαση το ποτο ξεκινα την καθοδο του απο τους καθωσπρεπει της κοινωνιας στη φυλακη, στα ιδρυματα, στο ασυλο οπου κυριολεκτικα γλυφει τον πατο πτυελοδοχειων.. Και φυσικα ενω ολη αυτη η περιγραφη ξεκινα για τον αναγνωστη ως ακομη και κατι διασκεδαστικο λογω των οσων γινονται αρχικα, στο τελος μενει η απολυτη πικρα και συμπαθεια προς το προσωπο ενος ανθρωπου που χωρις καποιον προφανη λογο χανει τα παντα και τελικα καταληγει στο συμπερασμα πως η πιο σωστη λυση ειναι να υποταχθεις. Να γινεις παρατηρητης της ιδιας σου της ζωης αν γινεται. Να μην παραπονιεσαι, να μην αντιστεκεσαι σε τιποτα και σε κανεναν, αφου πολυ απλα δε μπορεις να ξεφυγεις κυριως απο τον ιδιο σου τον εαυτο. Ενα βιβλιο που οπως τα 2 που ανεφερα παραπανω, ετσι κι αυτο, τελειωνοντας το, εισαι πεπεισμενος πως εχεις διαβασει κατι κλασσικο και με ανεξαντλητες αληθειες. "αν ειναι ετσι η τελευταια μου ωρα, τοτε θα πω πως ηταν ευλογημενη η ζωη μου ολοκληρη, και δεν ηταν ματαιος ο πονος"
Χρόνια πριν μου πρότειναν τον Πότη ως ένα καταπληκτικό βιβλίο και τελικά δεν είχαν άδικο! Για μία ακόμη φορά ο Fallada μεγαλουργεί.
Το βιβλίο χωρίζεται σε 3 ενότητες. Στο πρώτο μέρος, ο Έρβιν Ζόμερ καταφεύγει στο ποτό, αναζητώντας διέξοδο στα προβλήματα που ταλανίζουν την οικογενειακή αλλά και την επαγγελματική ζωή του. Ο κατήφορος ωστόσο είναι ορμητικός και ο πρωταγωνιστής γρήγορα χάνει τον έλεγχο της κατάστασης, καταλήγοντας αρχικά στη φυλακή (δεύτερο μέρος) και σε δεύτερο χρόνο σε ίδρυμα (τρίτο μέρος).
Ένα συγκλονιστικό έργο που σε πρώτη ανάγνωση μας βουτάει στην ψυχή του πρωταγωνιστή, αναλύοντας με ρεαλιστική μαεστρία τα πάθη, την απελπισία, την απόγνωση, της τάσεις αυτοκαταστροφής, αλλά και τις αχτίδες ελπίδας για απελευθέρωση από τα δεσμά που τόσο ο ίδιος όσο και οι άλλοι όρισαν για ' αυτόν.
Παράλληλα όμως με την κατάπτωση του πρωταγωνιστή, ο Fallada μας φέρνει αντιμέτωπους και με την κατάπτωση της γερμανικής κοινωνίας, καθώς και τις ιδεολογικές προεκτάσεις του Γ' Ράιχ για τις φυλακές αλλά και την ιδρυματοποίηση γενικότερα.
Το έργο ολοκληρωνεται με ένα εξαιρετικό επίμετρο, το οποίο έρχεται να συμπληρώσει ή ακόμη και να αναθεωρήσει την εντύπωση που αποκόμισε ο αναγνώστης τον Πότη.
Ο Έρβιν ειναι ένας ήρωας-συμβολο, ένας χαρακτήρας αρχετυπικός, αριστοτεχνικά ψυχογραφημενος. Είναι ο καθημερινός μικροαστός, ο αγαπητός κοινωνικά ευτυχης οικογενειάρχης. Ο πραγματικός του εαυτός όμως βγάζει κοροϊδευτικά τη γλώσσα στον ευπαρουσίαστο και ευπρεπή κύριο, στο κοινωνικό αυτό κατασκεύασμα που έχει επιβάλλει στον εαυτό του να υπηρετεί. Και ξεσπά, αυτός ο αδύναμος με αξιοθαύμαστο δυναμισμό εναντίον του κοινωνικού κατεστημένου που του επιβάλλει να φέρει αυτό το προσωπείο, που τον καταδικάζει να ασφυκτιά προσπαθώντας να κρύψει την αδυναμία του, να υποχωρεί και να συμβιβάζεται. Δεν συμβιβάζεται. Διαλέγει ο ίδιος το τέλος της ιστορίας του. Και πληρώνει τις συνέπειες γι'αυτό. Δέσμιος των αδυναμιών του φαινομενικά. Ελευθερος από τα δεσμά του στην πραγματικότητα.
Η ατολμία ενός ανθρώπου να εκφραστεί για να σώσει το γάμο του, τον οδηγεί να πάρει λάθος αποφάσεις με τις σκέψεις και επιμέρους αντιλήψεις του. Η εξάρτηση από το ποτό και η ολισθαίνουσα πορεία του ανθρώπου προς την απόλυτη καταστροφή μέσα από ένα τρομερό και αυτοκριτικό ψυχογράφημα του Ζομερ! Το άρρωστο μυαλό με την εμμονή του για την εφήμερη γαλήνη που προσφέρει το ποτό, χάνει τα πάντα!
Η ιστορία του βιβλίου χαρακτηρίζει τη ζωή του Φάλλαντα μιας κ ήταν εθισμένος στο αλκοόλ κ στις ουσίες.
Ο Έρβιν, ένας άνθρωπος ευτυχισμένος από το γάμο του με τη Μάγδα κ επιτυχημένος επιχειρηματίας. Η ζωή του είναι ήρεμη κ αγγίζει τα όρια του συντηριτισμού, αφού ο Έρβιν είναι άρρωστος με την καθαριότητα κ την τάξη, απεχθάνεται το αλκόολ, τα πάθη κ τη βία.
Η επιχείρησή του πηγαίνει πολύ καλά κ ο ίδιος έχει πολύ καλή φήμη στην αστική κοινωνία. Ώσπου κάποια ανέλπιστη μέρα λόγω λανθασμένων κινήσεων η επιχείρησή του παίρνει την κάτω βόλτα, φτάνει στα όρια της χρεοκοπίας. Ο Έρβιν πανικοβάλλεται. Άβουλος κ άπειρος ως ήταν, καταλήγει στο πάθος που απεχθάνονταν, το ποτό. Εθίζεται καθημερινά σε έναν κόσμο άλογο, ανύπαρκτο, με μία μοναδική ευχαρίστηση, τις γουλιές ευδαιμονίας που περιέχουν τα μπουκάλια σνάπς. Ο Έρβιν αυτοκαταστρέφεται κσθημερινά αγνοώντας τις συνέπειες των πράξεων του κ την επιθετική του συμπεριφορά απέναντι στους οικείους του.
Η λύση έρχεται από τη γυναίκα του τη Μάγδα. Τού συνιστά να επισκεφτεί έναν γιατρό. Εν τέλει ο Έρβιν καταλήγει σε άσυλο. Ο στόχος είναι να αποτοξινωθεί.
Ο ήρωας νιώθει αιχμάλωτος κ παρείσακτος αφού η κοινωνική του τάξη δεν του επιτρέπει να συναναστρέφεται με άτομα κατώτατης υποστάθμης. Αισθάνεται δέσμιος μιας κατάστασης που αδυνατεί να κατανοήσει. Ποιο είναι το αδίκημα που έπραξε;! Παρ' όλα αυτά ελπίζει πως θα λυτρωθεί. Αντίθετα, εκεί μέσα αρρωσταίνει όλο κ περισσότερο.
Ελπίζει πως θα επιστρέψει σπίτι του, πως η γυναίκα του θα σταθεί αρωγός σ αυτή την προσπάθεια. Δυστυχώς, ο ήρωας θα έρθει αντιμέτωπος με την προδοσία. Όντας αφελής δεν αντιλαμβάνεται άμεσα την προδοσία παρόλο που την κοιτά κατάματα.
Ο Φάλλαντα, έγραψε αυτό το βιβλίο όταν βρισκόταν σε ένα άσυλο κ μας δίνει την ευκαιρία να γνωρίσουμε μια πτυχή της ζωής του που αγνοούσαμε. Είναι καθαρά αυτοβιογραφικό το έργο. Άκρως πεζός ο τρόπος γραφής! Ο απόλυτος ρεαλισμός!
Εξαιρετική δουλειά από τις εκδόσεις κίχλη Πάρα πολύ καλό το επίμετρο με τις φωτογραφίες από τη ζωή του Φάλλαντα , η επιμέλεια και η μετάφραση. Νομίζω πως διαβάζοντας το βιβλίο ήθελα να βαθμολογήσω με τέσσερα αλλά μετά το επίμετρο κατανόησα πολλά πράγματα μαθαίνοντας για τη ζωή του συγγραφέα και αντιλήφθηκα ότι στα χέρια μου έχω ένα αριστούργημα
Ο Έρβιν, ζει με τη σύζυγο του Μάγδα σε μια πόλη της Γερμανίας. Οι τελευταιές εξελίξεις στην εμπορική τους επιχείρηση, αποτελούν το έναυσμα ώστε να αρχίσει ο Έρβιν να πίνει. Αυτό προφανώς δεν έχει παρά ένα και μόνο αποτέλεσμα...την κατρακύλα και τον ξεπεσμό του ίδιου και της αξιοπρέπειας του. Κλέβει το κοινό ταμείο, επιτίθεται στη Μάγδα, προφυλακίζεται και τέλος οδηγείται σε άσυλο. Σε αυτό το βιβλίο, με σαφέστατα αυτοβιογραφικά στοιχεία ο Fallada κάνει ένα εξαιρετικό ψυχογραφημα του ήρωα του. Ενός ήρωα που διακατέχεται από αίσθημα κατωτερότητας απέναντι στη σύζυγό του και που προσπαθεί να το αποβάλλει με λάθος τρόπο, διατηρώντας ταυτόχρονα το χιούμορ του. Ο εγκλεισμός στη φυλακή και αργότερα στο άσυλο, δε δείχνουν τίποτα λιγότερο από το μπλέξιμο στα γρανάζια μιας γραφειοκρατείας που υποβιβάζει την ανθρώπινη ύπαρξη. Παρόλο που το θέμα του βιβλίου είναι βαρύ, η γραφή και η δεξιοτεχνία του συγγραφέα δεν σε αφήνει να δυσανασχετήσεις καθόλου. Αν και αυτό είναι μόλις το δεύτερο βιβλίο του που διαβάζω, δηλώνω ευθαρσώς γοητευμένη...
" Είμαι μόνος, κατάμονος με τον εαυτό μου και με τη βεβαιότητα πως σ'αυτό το μέρος θα είμαι πάντα μόνος με τον εαυτό μου. Είμαι στο μέρος εκείνο όπου η αγάπη, η φιλία είναι πράγματα άγνωστα. Είμαι στην κόλαση...Πόσο λίγο αμάρτησα στη ζωή μου και πόσο πληρώνω! Αχ, μακάρι να 'ξερε καθένας που αμαρτάνει τι τον περιμένει μετά."
"Είχα πάντα μια ακατασίγαστη έλξη για τις σκοτεινές όψεις της ζωής, για χαρακτήρες ασταθείς, νοσηρούς, απελπισμένους..." τονίζει σε κάποια επιστολή του ο Χανς Φαλάντα (ψευδώνυμο του συγγραφέα). Και ο "Πότης' είναι το χαρακτηριστικό του έργο για τέτοιους ανθρώπους. Αυτοβιογραφείται μ΄έναν καταπληκτικό τρόπο οδηγώντας τον αναγνώστη στη δίνη του. Και τα τρία του βιβλία που έχουν μεταφραστεί στην Ελλάδα τα οποία και συστείνω ανεπιφύλακτα, κατέχουν την θέση του αριστουργήματος. Και οι ήρωες τους δίνουν τις δικές τους σκληρές μάχες. Χαμένες μάχες. Η λογοτεχνική τους διαδρομή όμως, δημιουργούν ένα απολαυστικό ταξίδι ανάγνωσης....
Ο αγαπημένος Φάλαντα με ρεαλισμό, λιτά και απέριττα σκιαγραφεί το πορτραίτο ενός ήρωα σακατεμένου και ηττημένου πριν ακόμη το συνειδητοποιήσει. Πριν ακόμα το σύστημα τον πετάξει στην άκρη του σωφρονισμού και της ασυλοποίησης .Ο μικροαστός είναι ένας άνθρωπος ακαλλιέργητος, με φοβερά ταπεινωμένο εγώ και ψάχνει αδιάκοπα να πιαστεί από κάτι που θα τον ανεβάσει. Στον αγώνα του μέσα στην λεγόμενη αστική κοινωνία αλλοτριώνεται, η αυταρχική κοινωνικοποίηση – αστικοποίηση τον κάνει να ξεχνά τι τον κάνει άνθρωπο. Τι ήταν πριν γίνει διευθυντής, σύζυγος, πολίτης. Ξαφνικά ξυπνά με την ανάγκη για άμεση λύτρωση (έστω και παροδική, αυτοκαταστροφική) αυτού του κενού που βιώνει με τρόμο στο εδώ και τώρα. Επιστρέφει στην σιγουριά της έξης, της εξάρτησης της προσωρινής ανακούφισης του αλκοόλ.
Υποκλίνομαι στον τεράστιο Χανς Φάλλαντα! Άλλο ένα αριστούργημα! Λεπτή ειρωνία και μαύρο χιούμορ. Γλώσσα απλή αλλά και λυρική. Ματιά διεισδυτική και τόσες σκέψεις για τη ζωή, τον θάνατο, την αδυναμία, τις διαπροσωπικές σχέσεις. Τι να πει κανείς… απλά διαβάστε το. Δεν μπορούσα να το αφήσω από τα χέρια μου. Το επίμετρο, που μιλά για τη ζωή του, με έκανε να τον αγαπήσω ακόμη περισσότερο.
Ο Φάλαντα ανήκει στους συγγραφείς που με ταλαιπωρούν καιρό. Γνωρίζοντας λίγα πράγματα για τον συγγραφέα, την περίοδο που δραστηροποιήθηκε, καθώς και την θεματολογία των έργων του, ήταν αρκετά για να μου κινήσουν το ενδιαφέρον. Η γερμανική λόγοτεχνία ήταν πάντα απο τις αγαπημένες μου, οπότε για έναν όχι και τόσο περίεργο λόγο, κατέληξα να έχω 3 βιβλία του Φάλαντα χωρίς να έχω διαβάσει κανένα. Μέχρι τώρα.
Είχα λίγο ελεύθερο χρόνο, είπα γιόλο θα διαβάσω ένα μεγάλο βιβλίο. Και δεν με απογοήτευσε. Η πρώτη μου επαφή με τον Φάλαντα ήρθε μέσα απο τον Πότη, την ιστορία ενός γερμανού αστού (όπως ο ίδιος ο πρωταγωνιστής επικαλείται) που μια μέρα αποφασίζει να το ρίξει έξω βρε αδερφέ και ξεκινάει και πίνει. Όπως μας έδειξε η ταινία ‘Άσπρο Πάτο’ (ιιιχ) αυτό δεν θα είχε καλό αποτέλεσμα. Όπερ και έγινε. Γιατί απο τη στιγμή που ο Ζόμερ ξεκινάει να πίνει θα ξεκινήσει μια κατρακύλα, μια πτώση αν θέλετε με τον ίδιο στο επίκεντρο που θα τον οδηγήσει μέχρι την ψυχιατρική κλινική (μην αγχώνεστε δεν σποιλάρω, το γράφει στο οπισθόφυλλο). Απλή ιστορία θα έλεγε κανείς και θα είχε δίκιο.
Εδώ όμως είναι που φαίνεται η στόφα του Φάλαντα σαν συγγραφέα. Να μας δείξει το ανθρώπινο πάθος και τις τραγικές εκφάνσεις του. Να μας δείξει που μπορεί να φτάσει ο άνθρωπος και το απέραντο βάθος και έρεβος που μπορεί να βρεθεί. Να μας μιλήσει χωρίς ωραιοποιήσεις για μια κοινωνία που δεν συγχωρεί όσους απο αλκοόλ εκπέσαν. Και εμμέσως να μας κλείσει το μάτι και να μας δώσει μια αντιπροσωπευτική εικόνα της μεσοπολεμικής γερμανίας απο την Δημοκρατία της Βαιμάρης στο 3ο Ράιχ.
Θέλει κότσια να μπορείς να γράψεις τέτοια λογοτεχνία. Θέλει ακόμη περισσότερα να μπορέσεις να γράψεις για πράγματα που έχεις ζήσει και να κάνεις τον πρωταγωνιστή συμπαθητικό στον αναγνώστη ακόμη και αν στην πραγματικότητα δεν το αξίζει.
Ένας πρωταγωνιστής μεθυσμένος, ένας λαός υπνωτισμένος, ένας Φάλαντα στον οίκο των ζωντανών νεκρών.
Εν μέρει αυτοβιογραφικό, αμιγώς νατουραλιστικό, ο Fallada πλάθει έναν κόσμο όπου η ��ξάρτηση κι η αδυναμία παίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο. Επηρεασμένος απ' την ίδια του τη ζωή, περιγράφει βήμα-βήμα την παράδοση του κεντρικού χαρακτήρα στο ποτό, το σταδιακό μίσος προς τη σύζυγό του, την άρνηση ότι είναι εξαρτημένος. Εξαιρετικό έργο, χωρίς διάθεση ούτε να αθωώσει, αλλά ούτε και να καταδικάσει τον πρωταγωνιστή, κύριο Ζόμερ, αφήνοντάς την τελική κρίση στους αναγνώστες.
Ο Έρβιν και η Μάρθα ήταν ένα ευτυχισμένο ζευγάρι. Είχαν το σπίτι τους, την επιχείρηση τους, την απόφαση τους να μην αποκτήσουν παιδιά. Ζούσαν μια μετρημένη και τακτοποιημένη ζωή. Ένας λάθος επιχειρηματικός χειρισμός θα πυροδοτήσει μια μεταστροφή στην συμπεριφορά του Έρβιν. Η καθολική παραδοχή της ανωτερότητας της συζύγου του ανασύρει το αίσθημα κατωτερότητας απέναντί της καθιστώντας την αιτία μιας κυκλοθυμικής διάθεσης, διαταραγμένων σκέψεων και ψυχικών μεταπτώσεων. Ο Έρβιν θα βρεί καταφύγιο στο ποτό, θα γίνει βίαιος, θα αναζητήσει διέξοδο και αποδοχή σε χαμετυπεία. Παρασυρμένος από τον εθισμό του βαδίζει στην ηθική, κοινωνική, ψυχική τελμάτωση και συντριβή.
Ο Fallada εμβαθύνει στον ψυχισμό κάθε ανθρώπου, που χάνει ή που δεν είχε, τη δύναμη να σταθεί μόνος στη ζωή. Τον άνθρωπο που έχει ανάγκη ένα στήριγμα, αυτόν που γίνεται έρμαιο των έξεων του, του εθισμού του. Σκιαγραφεί τους χαρακτήρες εγκλείστων σε φυλακές και ιδρύματα, τις συνθήκες που επιβάλλονται από τη διοίκηση, τη νοοτροπία που καλλιεργείται και τους νόμους επιβίωσης που υιοθετούνται. Ένα έργο που γράφτηκε μέσα σε ναζιστικό ίδρυμα μεταφέροντας όχι μόνο αυτοβιογραφικά στοιχεία του συγγραφέα μα το σφυγμό της εποχής του, τις επιδιώξεις κάθε ολοκληρωτικού καθεστώτος αφανισμού προσωπικότητας και καθυπόταξης στην εξουσία.
Μετά από μια ατυχία (ή αποτυχία) στη δουλειά του ο κ. Ζόμερ ("καλοκαίρι") αποφασίζει να πιει ένα ποτηράκι αν και δεν το συνηθίζει. Το ένα ποτηράκι φέρνει το άλλο και το άλλο φέρνει το μπουκάλι και πριν το καταλάβει ο κ. Ζόμερ, έχει καταστρέψει τη σχέση του με τη γυναίκα του, έχει φύγει από το σπίτι του και πηγαίνει από το ένα ποτήρι στο επόμενο, εκποιώντας περιουσιακά του στοιχεία σε περιθωριακούς τύπους για να εξασφαλίσει την επόμενη γουλιά σναπς.
Ωστόσο, όταν το ποτό κυλάει στο λαρύγγι του, οι αδυναμίες του και τα προβλήματά του δείχνουν ασήμαντα, μπορεί να ονειρευτεί και να ελπίσει, ακόμη κι αν τα όνειρα είναι κίβδηλα και απατηλά. Έτσι δεν αργεί να γίνει εκτός από θύμα του ίδιου του του εαυτού και θύμα των απατεώνων και των λούμπεν στοιχείων που τον "αρμέγουν" για μερικές "σταγόνες ευτυχίας".
Θα καταλήξει στη φυλακή μετά από ένα διαπληκτισμό με τη γυναίκα του, την οποία πήγε αφενός να κλέψει και αφετέρου απείλησε ότι θα τη σκοτώσει. Η φυλακή είναι ένα νέο σχολείο για τον κ. Ζόμερ και τα διδάγματά της σοφά και ζοφερά. Αλλά ούτε κι εκεί θα είναι ο τελευταίος του σταθμός, γιατί σειρά έχει η ψυχιατρική κλινική όπου κλείνεται για αποτοξίνωση, ελπίζοντας να βγει "σε μερικές μόλις εβδομάδες". Όμως η ζωή δεν παύει να τον κερνάει διαψεύσεις και ματαιώσεις.
Το φινάλε τον βρίσκει γερασμένο και ακόμα έγκλειστο, διαζευγμένο, να περιμένει να δώσει ο ίδιος τέλος στη ζωή του με τον τρόπο που εκείνος θα επιλέξει, προτιμώντας να φύγει τη στιγμή της επιλογής του, παρά από γεράματα στο ζοφερό μέρος που ξέρει ότι δεν πρόκειται ποτέ να εγκαταλείψει ζωντανός.
Ο «Πότης» είναι ένα αριστούργημα της ήττας, της αργής συντριβής. Με μοναδική μαεστρία ο Φάλαντα μας ταξιδεύει μέσα από τις ηθικές και συναισθηματικές μεταπτώσεις ενός δείλου και αδύναμου, επιρρεπούς ανθρώπου (αλληγορικά ενδεχομένως μιλώντας για τη Γερμανία που μετά τις παλινωδίες της αδύναμης Δημοκρατίας της Βαϊμάρης βυθίζεται αργά αλλά σταθερά στο ζόφο του ναζισμού).
Ο Ζόμερ είναι ένας αδύναμος άνθρωπος, άθυρμα του ίδιου του του εαυτού και των αδυναμιών του, ικανός να φαντασιώνεται αλλά ανίκανος να δράσει (όπως ενδεχομένως και η Γερμανία της δεκαετίας του ’30 που υποτάσσεται στο εθνικιστικό αλκολίκι της χιτλερικής παραφ��οσύνης), στοιχεία που κάνουν διαρκώς την κατάστασή του χειρότερη και όλο ελπίζεις ως αναγνώστης ό,τι κάτι θα συμβεί για να ανακόψει την πτώση του, αλλά βαθιά μέσα σου ξέρεις ότι το ταξίδι του είναι χωρίς επιστροφή, οι ελπίδες του μάταιες, οι προσπάθειές του ισχνές και οι δυνάμεις του ανεπαρκείς. Μοναδική του παρηγοριά οι εικόνες που συνθέτει στο μυαλό του, όπου απελευθερώνεται, εκδικείται, μοιράζει πόνο, αλλά κι αυτή η παρηγοριά είναι σύντομη, πικρή και λιγοστή. Ο αφελής Ζόμερ, έχει χάσει το παιχνίδι με το που άρχισε να παίζει, έχει χάσει από την πρώτη στιγμή που τα χείλη του άγγιξαν το ποτήρι με το αλκοόλ (όπως, ίσως, η ίδια η Γερμανία έχασε, όταν ανέχτηκε την πιθανότητα οι πύρινοι -μεθυστικοί ίσως- λόγοι ενός παράφρονα να είχαν μέσα τους το σπόρο της αναγέννησής της).
Με ρεαλισμό και συχνά ειρωνεία, ο Φάλαντα οδηγεί τον ήσυχο και μετρημένο Ζόμερ σε μια προσωπική κόλαση χωρίς επιστροφή (αλληγορία για το πώς μια απλή καταγγελία -ακόμη και ψευδής- στους σκοτεινούς καιρούς από το 1933 και μετά μπορούσε να καταστρέψει τη ζωή ενός ανθρώπου), καθώς κάθε βήμα που κάνει, είναι ένα σκαλί που κατεβαίνει, που τον φέρνει ακόμη πιο χαμηλά και σε θέση από την οποία είναι ακόμη πιο δύσκολο να αποδράσει, με μια «γραμμικότητα της ήττας» που προκαλεί ανατριχίλα.
What a wonderful, devastating book—an axe, Kafka would call it: my frozen sea inside me is all whacked into slush.
Writers might study this book as a lucid example of crucible, that diabolical equation whereby protagonists are simultaneously repelled and compelled by the central crisis of the story. But don't think that the crucible here is simply a device to keep you reading (it will). Fallada's crucible embodies a deep understanding of human nature. Protag Sommer's short memory of the past, his ability to excuse himself for anything in the present, his tunnel vision of the future (and we shouldn't think just because we don't have a drinking problem that we don't do this, too) lead him into ever lower circles of hell where he meets all kinds of imps and tormentors.
The last chapters of this book had me up way past my bedtime, and then I could not sleep at all. I think this book laid eggs in me.
Man becomes an alcoholic and watches his marriage, business, and life turn to shit.
At first, you're laughing at how stupid he is. But then you're gradually wincing. Then finally, you're shouting:... 'dude, you're drinking another man's spit from a bucket. Get help!'