dbo:abstract
|
- Με τον όρο stylus fantasticus (ή stylus phantasticus, φανταστικό ύφος) περιγράφεται συγκεκριμένο υφολογικό στοιχείο της όψιμης μπαρόκ μουσικής. Το εν λόγω ύφος ανάγεται στα έργα για πληκτροφόρο, όπως τοκκάτες και , του Ιταλού συνθέτη (1533 - 1604), ενώ αργότερα μεταλαμπαδεύεται στα έργα του Τζιρόλαμο Φρεσκομπάλντι και του Γερμανού μαθητή του Γιόχαν Γιάκομπ Φρόμπεργκερ. Γενικώς, οι μουσικές τεχνοτροπίες που γεννήθηκαν στην Ιταλία τον 16ο αιώνα εξήχθησαν κατά κόρον στην υπόλοιπη Ευρώπη και κυρίως στη Γερμανία, συχνά μέσω εκδιδόμενων έργων, αλλά και μέσω της απρόσκοπτης ανταλλαγής μουσικών· πολλοί Γερμανοί μουσικοί, όπως ο Χάινριχ Συτς και ο , θήτευσαν ως μαθητευόμενοι σε διάφορες πόλεις της Ιταλίας, ενώ οι Ιταλοί ομόλογοί τους ταξίδευαν στην Κεντρική Ευρώπη δίνοντας συναυλίες και προωθώντας τη μουσική τους. Ο κατ' εξοχήν θεολόγος και θεωρητικός της μουσικής της εποχής του, Αθανάσιος Κίρχερ, περιγράφει στο βιβλίο του Musurgia Universalis («Παγκόσμια Μουσουργία») το φανταστικό ύφος ως εξής: «Το φανταστικό ύφος αρμόζει καλύτερα στα μουσικά όργανα. Πρόκειται για την πλέον ελεύθερη και άνευ δασμών μέθοδο σύνθεσης, χωρίς να δεσμεύεται από τίποτα, ούτε κείμενο, μήτε θεματική μελωδία, ενώ είναι το πλέον κατάλληλο ύφος για την επίδειξη ιδιοφυίας, καθώς διδάσκει εν κρυπτώ την αρμονία και την ιδιοφυή σχέση μεταξύ μουσικής φρασεολογίας και ανάπτυξης φούγκας». Το κυριότερο διακριτικό του φανταστικού ύφους είναι ο αυτοσχεδιαστικός του χαρακτήρας, ο οποίος -όπως και στη Φαντασία- δεν περιορίζεται από κάποια συγκεκριμένη φόρμα, ενώ εκτυλίσσονται σύντομα μουσικά επεισόδια, τα οποία σκοπό έχουν την διαρκή ανάδειξη μουσικών αντιθέσεων. Μια τέτοια ετερογένεια εμφαίνεται στη χρήση αφ' ενός ενός συγχορδιακού υποβάθρου και αφ' ετέρου προτάσσοντας φωτεινά και πολυποίκιλτα γρήγορα περάσματα (κλίμακες κλπ). Μια σειρά έργων που χαρακτηρίζονται έντονα από την εν λόγω τεχνοτροπία είναι οι Μυστηριακές Σονάτες για βιολί και συνεχές βάσιμο του Χάινριχ Ίγκνατς Μπίμπερ, οι οποίες έχουν ως βάση αναφοράς εικόνες της Βίβλου, μια ιδεώδη θεματολογία για απεικόνιση με μουσικά μέσα. Το φανταστικό ύφος συνδέεται εν γένει με τη λεγόμενη προγραμματική μουσική, στο ότι αμφότερα στοχεύουν στην απεικόνιση πραγματικών εικόνων, η κεντρική ιδέα των οποίων συχνά απορρέει από την υπερβολή και το ακραίο στοιχείο (π.χ. το χάος, η μέθη, το δέος· βλ. κατ' αντιπαραβολή ). Άλλα μουσικά συσχετιζόμενα είδη είναι το , το πρελούδιο, το ριτσερκάρε, καθώς και όλα τα εν γένει αυτοσχεδιαστικού ύφους είδη. Στη μετά το Μπαρόκ εποχή της μουσικής, το φανταστικό ύφος βρίσκεται κατ' αντιστοιχία του γερμανικού μουσικού ιδιώματος , το οποίο και προαναγγέλει το μετέπειτα παθητικό στοιχείο του Ρομαντισμού, δείγμα αναφοράς του οποίου βρίσκουμε στις όπερες του Ρίχαρντ Βάγκνερ. Ορισμένοι ακόμη συνθέτες των οποίων το έργο χρωματίστηκε με το φανταστικό ύφος είναι οι εξής:
* Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ
* Ντήτριχ Μπουξτεχούντε
* (el)
- La Stylus phantasticus (ankaŭ: stylus fantasticus aŭ fantazia stilo) estas stilo en la ĉambro- kaj orgenmuziko, kiu atingis sian kulminon en la Nordgermana Orgenskolo de la 17-a jarcento. (eo)
- Der Stylus Phantasticus (auch Stylus Fantasticus oder Fantastischer Stil) ist eine aus Italien stammende Stilrichtung in der Musik des Barock, deren Anfänge auf Claudio Merulo zurückgehen und die in der norddeutschen Orgelschule des späten 17. Jahrhunderts ihren Höhepunkt erreichte. Im Stylus Phantasticus gehaltene Werke zeichnen sich durch ein aus der Improvisationspraxis abgeleitetes dramatisches Spiel aus, bei dem kurze, unterschiedliche und teilweise dissonante, bizarre Figuren, extrem chromatische Abschnitte, rasende Läufe auf originelle Weise miteinander verknüpft werden. Dies geschieht durch die Verwendung von Ostinato-Strukturen, über denen die Soloinstrumente, ähnlich wie in der heutigen Improvisationspraxis des Jazz, komplexe Kontrapunkte entwickeln. Weitere Pioniere dieses Stils neben Merulo waren Girolamo Frescobaldi (1583–1643), Giovanni Pandolfi (c. 1620–1669) und Johann Jakob Froberger (1616–1667). In verschiedenen Sonaten von Heinrich Ignaz Biber, Dietrich Buxtehude, Nicolaus Bruhns oder Francesco Maria Veracini erreicht der Stylus Phantasticus Höhepunkte. Ein beeindruckendes Beispiel ist Johann Sebastian Bachs Chromatische Fantasie und Fuge. Aber auch Bachs Söhne setzten diesen Stil fort. Im Gegensatz zum Stylus Phantasticus steht der Stile antico. Dieser strenge kontrapunktische Stil nimmt Rückbezug auf liturgische Werke aus der Renaissance, wobei die Messen Palestrinas oft als Vorbild dienten, wie beispielsweise in der Schrift Gradus ad Parnassum von Johann Joseph Fux (1725). (de)
- Le stylus phantasticus est un style musical du baroque allemand. Sous l'influence de la musique pour clavier des italiens Claudio Merulo et Girolamo Frescobaldi, certains organistes et clavecinistes du XVIIe siècle, en particulier Johann Jakob Froberger (élève de Frescobaldi) adoptent un jeu caractérisé par la virtuosité, l'invention et l'improvisation, et sans fil mélodique. Les épisodes d'une même pièce se succèdent sans continuité de tempo et de rythme, de tonalité, d'affect. L'érudit Athanasius Kircher est sans doute le premier à utiliser le terme de stylus phantasticus qu'il définit ainsi : « Le stylus phantasticus, propre aux instruments, est la plus libre, et la moins contrainte des méthodes de composition. Il n'est soumis à rien, ni aux mots, ni aux sujets harmoniques ; elle a été créée pour montrer son habileté, et pour révéler les règles secrètes de l'harmonie, l'ingéniosité des conclusions harmoniques, et l'assemblage fugué. Il est divisé en ces formes qu'on appelle fantaisie, ricercar, toccata, sonate » — Athanasius Kircher, Musurgia universalis, 1650. Johann Mattheson reprend et précise cette définition en 1739 : « Dans ce style, la manière de composer, de chanter et d'exécuter est la plus libre, la moins contrainte qui se puisse imaginer, pour qui y découvre d'abord telle idée et ensuite telle autre, du fait qu'on n'y est lié ni par les mots, ni par la mélodie, seulement par l'harmonie, de sorte que le chanteur ou l'exécutant peut en jouer avec habileté. Toutes sortes de progressions par ailleurs inaccoutumées, d'ornements cachés, de tours et de colorations ingénieux sont amenés sans souci d'observer la mesure ou la tonalité, sans considération pour ce qui est placé sur la page, sans thème ni ostinato formel, sans thème ou sujet à mener à bien ; ici rapide et là hésitant, tantôt à une voix, tantôt à plusieurs et de temps à autre en retard sur la battue, sans mesure du son, mais non sans se montrer tout entier résolu à plaire, à surprendre et à étonner. » — Johann Mattheson, Der vollkommene Capellmeister, I, 10, § 93, 1739. Mattheson a lu la Musurgia universalis de Kircher et il adapte la définition à la musique de son temps. Mais il est difficile de savoir exactement à quoi pensait Kircher en donnant sa définition du stylus phantasticus : « Ce style propre aux instruments a suscité de nombreux débats et interrogations. […] Le terme phantasticus a pu laisser penser que les pièces ainsi désignées appelaient un style de jeu débridé, fantasque, faisant la part belle à la liberté d’interprétation, à une spontanéité dans le jeu musical qui s’affranchissait de toute mesure. [… Mais] dans sa Musurgia universalis précisément, Kircher ne désigne-t-il pas comme paradigme du stylus phantasticus la fantaisie pour clavier de Froberger sur ut, re, mi, fa, sol, la, dont la rigueur contrapuntique est en l’occurrence bien loin d’être fantasque ? » Les pièces écrites dans le stylus phantasticus sont plutôt des pièces aussi libres que l'est la prose par rapport au vers, elles ne sont pas follement débridées et fantasques. Par ailleurs, il semble qu'il y ait un lien entre stylus phantasticus et l'indication de jeu « se joue avec discrétion », con discrezione, que l'on trouve beaucoup chez Froberger : « La liberté que s’accordait Froberger dans le jeu instrumental est peut-être seulement, par contraste avec la rigueur et l’uniformité de prononciation qu’exigent les pièces métriques, l’égale de la liberté que s’accorde l’orateur qui prononce un discours éloquent. Accordée avec une approche renouvelée de la notion de stylus phantasticus, l’expression « avec discrétion » ou con discrezione n’est donc pas à comprendre comme la signature par le compositeur d’un blanc-seing autorisant les musiciens à produire un jeu déconstruit, fantasque et hirsute, mais comme une incitation à discerner minutieusement comment s’agencent les subtils mélanges de rythmes, comment se présentent les clausules, et d’une manière générale comment se profilent les courbures serpentines des périodes, les nombres saillants du discours instrumental. » Le stylus phantasticus est pratiqué par la plupart des musiciens germaniques aux XVIIe et XVIIIe siècles, Jean-Sébastien Bach étant le dernier compositeur notable à l'illustrer. (fr)
- The stylus fantasticus (or stylus phantasticus) is a style of early baroque music, especially for the instrumental music. (en)
- Con stylus phantasticus (latino, stile fantastico) si definisce uno stile musicale consistente in toccate e fantasie, proprio del periodo denominato primo barocco. (it)
- De Stylus Phantasticus (fantastische stijl) in muzikale improvisatie, compositie en uitvoeringen van composities raakte in de 16de eeuw in Italië in zwang. De grondlegger ervan was Claudio Merulo (1533 - 1604), organist van de San Marcobasiliek, de hoofdkerk van Venetië. (nl)
- Stylus phantasticus (även stylus fantasticus eller Fantastischer Stil, fantastisk stil) är en stilriktning inom kammar- och orgelmusiken, som nådde sin höjdpunkt i den nordtyska skolan under 1600-talet. Verk som är komponerade enligt stylus phantasticus är hållna i en ur improvisationspraxisen härledd dramatisk stil, varvid korta, mycket varierande och delvis dissonanta avsnitt förbinds med varandra på originella sätt. I Giovanni Pandolfis och Dietrich Buxtehudes sonator når stylus phantasticus en höjdpunkt genom att ostinatostrukturer över soloinstrumentens stämmor utvecklar en komplex kontrapunkt – analogt med dagens improvisationspraxis inom jazzmusiken. Stilens pionjärer var Girolamo Frescobaldi (1583–1643), Giovanni Pandolfi (cirka 1620–1669) och Johann Jakob Froberger (1616–1667). Författaren, vetenskapsmannen och uppfinnaren Athanasius Kircher beskriver stylus phantasticus i sin bok Musurgia Universalis: (sv)
|
rdfs:comment
|
- La Stylus phantasticus (ankaŭ: stylus fantasticus aŭ fantazia stilo) estas stilo en la ĉambro- kaj orgenmuziko, kiu atingis sian kulminon en la Nordgermana Orgenskolo de la 17-a jarcento. (eo)
- The stylus fantasticus (or stylus phantasticus) is a style of early baroque music, especially for the instrumental music. (en)
- Con stylus phantasticus (latino, stile fantastico) si definisce uno stile musicale consistente in toccate e fantasie, proprio del periodo denominato primo barocco. (it)
- De Stylus Phantasticus (fantastische stijl) in muzikale improvisatie, compositie en uitvoeringen van composities raakte in de 16de eeuw in Italië in zwang. De grondlegger ervan was Claudio Merulo (1533 - 1604), organist van de San Marcobasiliek, de hoofdkerk van Venetië. (nl)
- Με τον όρο stylus fantasticus (ή stylus phantasticus, φανταστικό ύφος) περιγράφεται συγκεκριμένο υφολογικό στοιχείο της όψιμης μπαρόκ μουσικής. Το εν λόγω ύφος ανάγεται στα έργα για πληκτροφόρο, όπως τοκκάτες και , του Ιταλού συνθέτη (1533 - 1604), ενώ αργότερα μεταλαμπαδεύεται στα έργα του Τζιρόλαμο Φρεσκομπάλντι και του Γερμανού μαθητή του Γιόχαν Γιάκομπ Φρόμπεργκερ. Γενικώς, οι μουσικές τεχνοτροπίες που γεννήθηκαν στην Ιταλία τον 16ο αιώνα εξήχθησαν κατά κόρον στην υπόλοιπη Ευρώπη και κυρίως στη Γερμανία, συχνά μέσω εκδιδόμενων έργων, αλλά και μέσω της απρόσκοπτης ανταλλαγής μουσικών· πολλοί Γερμανοί μουσικοί, όπως ο Χάινριχ Συτς και ο , θήτευσαν ως μαθητευόμενοι σε διάφορες πόλεις της Ιταλίας, ενώ οι Ιταλοί ομόλογοί τους ταξίδευαν στην Κεντρική Ευρώπη δίνοντας συναυλίες και προωθώντας (el)
- Der Stylus Phantasticus (auch Stylus Fantasticus oder Fantastischer Stil) ist eine aus Italien stammende Stilrichtung in der Musik des Barock, deren Anfänge auf Claudio Merulo zurückgehen und die in der norddeutschen Orgelschule des späten 17. Jahrhunderts ihren Höhepunkt erreichte. Im Gegensatz zum Stylus Phantasticus steht der Stile antico. Dieser strenge kontrapunktische Stil nimmt Rückbezug auf liturgische Werke aus der Renaissance, wobei die Messen Palestrinas oft als Vorbild dienten, wie beispielsweise in der Schrift Gradus ad Parnassum von Johann Joseph Fux (1725). (de)
- Le stylus phantasticus est un style musical du baroque allemand. Sous l'influence de la musique pour clavier des italiens Claudio Merulo et Girolamo Frescobaldi, certains organistes et clavecinistes du XVIIe siècle, en particulier Johann Jakob Froberger (élève de Frescobaldi) adoptent un jeu caractérisé par la virtuosité, l'invention et l'improvisation, et sans fil mélodique. Les épisodes d'une même pièce se succèdent sans continuité de tempo et de rythme, de tonalité, d'affect. — Athanasius Kircher, Musurgia universalis, 1650. Johann Mattheson reprend et précise cette définition en 1739 : (fr)
- Stylus phantasticus (även stylus fantasticus eller Fantastischer Stil, fantastisk stil) är en stilriktning inom kammar- och orgelmusiken, som nådde sin höjdpunkt i den nordtyska skolan under 1600-talet. Verk som är komponerade enligt stylus phantasticus är hållna i en ur improvisationspraxisen härledd dramatisk stil, varvid korta, mycket varierande och delvis dissonanta avsnitt förbinds med varandra på originella sätt. Stilens pionjärer var Girolamo Frescobaldi (1583–1643), Giovanni Pandolfi (cirka 1620–1669) och Johann Jakob Froberger (1616–1667). (sv)
|