Καταλανική Αναγέννηση
Η Καταλανική Αναγέννηση (καταλανικά: Renaixença) ήταν ρομαντικό πολιτιστικό κίνημα που έλαβε χώρα στην Καταλονία και, σε μικρότερο βαθμό στις υπόλοιπες Καταλανικές Χώρες, κατά τον 19ο αιώνα. Η κορύφωσή του εντοπίζεται μεταξύ 1875 και 1890[1] και είχε ως κύριο χαρακτηριστικό την επαναφορά της χρήσης της καταλανικής γλώσσας στη δημόσια σφαίρα, τον τύπο και την κουλτούρα, μετά από τρεις περίπου αιώνες γλωσσικής διμορφίας με τα ισπανικά. Στην Καταλονία συνδυάστηκε με τη γέννηση του καταλανικού εθνικισμού ενώ είναι παράλληλο με τη Γαλικιανική και Οξιτανική Αναγέννηση. Στο κίνημα για την ανάκτηση της γλώσσας, της ιστορίας και του πολιτικού νομικού κώδικα της Καταλονίας πρωταγωνίστησαν προσωπικότητες όπως ο ποιητής Ζασίν Μπερδαγέ, ο δραματουργός Άνζελ Γκιμερά και ο πεζογράφος Ναρσίς Ολιέ· γενικότερα ωστόσο, παρότι εδραίωσαν την καταλανική γλώσσα στον χώρο των γραμμάτων, διαπνέοντο από ένα συντηρητικό, αρχαιοπρεπές πνεύμα σε αντίθεση με το έτερο μεγάλο πολιτιστικό κίνημα της Καταλονίας των τελών του 19ου, τον καταλανικό μοντερνισμό.[2]
Ιστορική εξέλιξη
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Παραδοσιακά η έναρξη της Καταλανικής Αναγέννησης τοποθετείται συμβολικά στο 1833, έτος έκδοσης του ποιήματος La pàtria από τον Μποναβεντούρα Κάρλες Αριβάου.[3] Στα επόμενα χρόνια ο Ζοακίμ Ρουβιό ι Ορς εξέδωσε δεκαεννιά ποιήματα στα καταλανικά στην εφημερίδα Diario de Barcelona. Ο ίδιος, μαζί με τον Μπίκτορ Μπαλαγέ από το 1850 προωθούν την επαναλειτουργία των Ποιητικών Ανθεστηρίων (Jocs Florals) που διοργανώνονταν σταθερά μεταξύ 1859 και 1877. Εκεί αναδείχθηκαν για πρώτη φορά ο Άνζελ Γκιμερά και ο Ζασίν Μπερδαγέ.
Εντούτοις, οι παραπάνω συγγραφείς δεν αντιπροσώπευαν παρά μόνο την ανώτερη καταλανική τάξη που σε μεγάλο βαθμό συνέχιζε να χρησιμοποιεί την ισπανική γλώσσα στην καθημερινότητά της. Η σημαντικότερη βάση ανάκτησης της καταλανικής γλώσσας υπήρξε η πλειοψηφία των μέσων και κατώτερων στρωμάτων της καταλανικής κοινωνίας που ποτέ δεν είχαν πάψει να τη χρησιμοποιούν τόσο στην καθημερινότητα όσο και σε μη γραπτές λογοτεχνικές μορφές όπως το λαϊκό θέατρο. Ιδιαίτερη δημοφιλής απεδείχθη ο θεατρικός συγγραφέας Ανσέλμ Κλαβέ[4] που πρωτοπόρησε στην ανανέωση του καταλανικού θεάτρου.
Από το 1860 η καταλανόφωνη λογοτεχνία και θέατρο αποκτούν αποφασιστικά μια λιγότερο ελιτιστική και περισσότερο πραγματική όψη, με το θέατρο του Φρεδερίκ Σολέ, γνωστού ως Pitarra και την ομάδα νέων συγγραφέων γύρω από το περιοδικό Un tros de paper. Σταδιακά οι διάφορες δημοσιεύσεις μίκρυναν το χάσμα μεταξύ της ελίτ και των λαϊκότερων συγγραφέων και έφεραν σε επαφή τους μέσους Καταλανούς με την ποίηση του Γκιμερά και του Μπερδαγέ, γεγονός που τους καθιέρωσε ως τους πρωτοπόρους της νέα εθνικής καταλανικής λογοτεχνίας.[5] Παράλληλα, ανέκυψε το ζήτημα της ενοποίησης και κανονικοποίησης της γλώσσας, ενώ τα καταλανικά προσέλκυσαν διεθνές επιστημονικό ενδιαφέρον, με τις πρώτες μελέτες να πραγματοποιούνται από φιλολόγους όπως τον Μανουέλ Μιλά ι Φοντανάλς.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Fusi, Juan Pablo (2007), «La Cultura» στο Fusi et. aliis, La España del siglo XX. Marcial Pons, Μαδρίτη. σελ. 552.
- ↑ Fusi, Juan Pablo (2007), «La Cultura» στο Fusi et. aliis, La España del siglo XX. Marcial Pons, Μαδρίτη. σελ. 553.
- ↑ Teresa Vilarós: «A Cultural Mapping of Catalonia» στο Gies, David (επιμ.) The Cambridge Companion to Modern Spanish Cultural Studies. Cambridge University Press, 1999. σελ. 73.
- ↑ Fontana, Josep (2014), La formació d'una identitat. Eumo, Βαρκελώνη. σελ. 307.
- ↑ Fontana, Josep (2014), La formació d'una identitat. Eumo, Βαρκελώνη. σελ. 308.