Ολλανδική και φλαμανδική Αναγεννησιακή ζωγραφική
Ιστορία της ολλανδικής και φλαμανδικής ζωγραφικής |
---|
|
Ο όρος Ολλανδική και φλαμανδική Αναγεννησιακή ζωγραφική αντιπροσωπεύει την ανταπόκριση των καλλιτεχνών των Κάτω Χωρών στην τέχνη της ιταλικής Αναγέννησης. Οι καλλιτέχνες αυτοί, που εκτείνονται από τον "Μανιερισμό της Αμβέρσας" και τον Ιερώνυμο Μπος στις αρχές του 16ου αιώνα, ως τους "μανιεριστές του Βορρά", όπως οι Χέντρικ Χόλτσιους και Γιοάχιμ Γιούτεβελ (Joachim Wtewael) προς τα τέλη του, βασίστηκαν τόσο στις πρόσφατες καινοτομίες της ιταλικής ζωγραφικής όσο και στην τοπική παράδοση της πρώιμης φλαμανδικής τέχνης. Το πλέον σημαντικό καλλιτεχνικό κέντρο εκείνης της εποχής ήταν η Αμβέρσα. Πολλοί καλλιτέχνες εργάζονταν για λογαριασμό Αυλών των Ευρωπαίων μοναρχών, συμπεριλαμβανομένου του Μπος, του οποίου οι πίνακες - προϊόντα φαντασίας δημιούργησαν μακρά παράδοση. Οι Γιαν Μαμπούζε, Μάαρτεν φαν Χέιμσκερκ και Φρανς Φλόρις ήταν οι κύριοι συντελεστές της υιοθέτησης των ιταλικών προτύπων και της ενσωμάτωσής τους στη δική τους καλλιτεχνική γλώσσα. Ο Πίτερ Μπρίγκελ ο πρεσβύτερος, με τον Μπος μόνο καλλιτέχνη από την περίοδο να παραμείνει ευρέως γνωστός, μπορεί να φαίνεται λιγότερο αντιπροσωπευτικός, αλλά στην πραγματικότητα οι πολλές καινοτομίες του προσεγγίζουν τη γόνιμη καλλιτεχνική σκηνή της Αμβέρσας.
Οι Φλαμανδοί και Ολλανδοί ζωγράφοι διαδραμάτισαν επίσης σοβαρό ρόλο στην εγκαθίδρυση θεμάτων όπως η τοπιογραφία και η απεικόνιση σκηνών της καθημερινότητας. Ο Γιοάχιμ Πατινίρ, για παράδειγμα, διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της τοπιογραφίας, επινοώντας τον τύπο σύνθεσης που αποκλήθηκε Weltlandschaft (γερμανικός όρος που αντιπροσωπεύει την απεικόνιση φανταστικού πανοραμικού τοπίου, ιδωμένου από υπερυψωμένο σημείο, που περιλαμβάνει βουνά και πεδιάδες, νερά και κτίσματα), ο οποίος τελειοποιήθηκε από τον Πίτερ Μπρίγκελ τον πρεσβύτερο, ο οποίος, ακολουθούμενος από τον Πίτερ Άρτσεν, συνέβαλε επίσης στο να καταστεί δημοφιλής η απεικόνιση σκηνών της καθημερινότητας. Από τα μέσα του αιώνα ο Άρτσεν, ακολουθούμενος από τον ανεψιό του Γιοάχιμ Μπεκελάερ εγκαθίδρυσε μια μορφή "μνημειακής" νεκρής φύσης, η οποία περιλάμβανε μεγάλα τμήματα με διάφορα τρόφιμα, μορφές της καθημερινότητας και, στο παρασκήνιο, μικρές θρησκευτικές ή ηθικοπλαστικές σκηνές.
Όπως και οι Weltlandschaft, οι συνθέσεις αυτές αντιπροσώπευαν μια τυπικά "μανιεριστική αντιστροφή" της "κανονικής ευπρέπειας" στην ιεραρχία των θεμάτων, με το να δίνουν στο "κατώτερο" θέμα περισσότερο χώρο από αυτόν του "ανώτερου".[1] Ο Αντόνις Μορ ήταν η ηγετική μορφή στη δημιουργία πορτρέτων κατά τα μέσα του αιώνα και ήταν περιζήτητος από τις Αυλές σε ολόκληρη την Ευρώπη τόσο για την πιστή απεικόνιση των μοντέλων του όσο και γιατί συνδύαζε τη φλαμανδική ακρίβεια με στοιχεία που είχε πάρει από τον Τιτσιάνο και άλλους Ιταλούς καλλιτέχνες.
Εξέλιξη του ύφους
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι επιρροές της ιταλικής Αναγέννησης αρχίζουν να εμφανίζονται στην πρώιμη φλαμανδική ζωγραφική γύρω στα 1500, αλλά με πολλούς τρόπους το παλαιότερο ύφος ήταν αξιοσημείωτα επίμονο. Ο μανιερισμός της Αμβέρσας είναι ο όρος που χαρακτηρίζει ζωγράφους που εμφάνισαν ιταλικές επιρροές, αλλά κατά κύριο λόγο συνέχισαν στο ύφος και τη θεματολογία των προγενέστερων δασκάλων. Ο Ιερώνυμος Μπος είναι ο καλλιτέχνης με το ιδιαίτερα προσωπικό ύφος, του οποίου τα έργα βρίθουν από περίεργες και φαινομενικά παράλογες εικόνες, γεγονός που τα κάνει ιδιαίτερα δύσκολα στην ερμηνεία τους.[2] Πάνω απ' όλα, όμως, δίνει την εντύπωση του εκπληκτικά μοντέρνου, καθώς εισάγει τον κόσμο των ονείρων που φαίνεται να σχετίζεται περισσότερο με τη γοτθική τέχνη και λιγότερο με την ιταλική Αναγέννηση, αν και ορισμένα σχέδια με προέλευση τη Βενετία της ίδιας περιόδου εμφανίζουν ανάλογο βαθμό φαντασίας. Η επόμενη φάση επιρροών εμφανίζεται με τους ρομανιστές, οι οποίοι ενσωματώνουν το ιταλικό ύφος με πολύ περισσότερο ενδελεχή τρόπο.
Μετά το 1550 οι Φλαμανδοί και Ολλανδοί ζωγράφοι αρχίζουν να επιδεικνύουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον για τη Φύση και αυτό καθαυτό το κάλλος, πράγμα που οδήγησε σε ύφος που ενσωματώνει αναγεννησιακά στοιχεία αλλά παραμένει ακόμη μακράν της κομψής ελαφρότητας της Αναγεννησιακής ιταλικής τέχνης[3] και οδηγεί άμεσα στη θεματολογία των μεγάλων Φλαμανδών και Ολλανδών δημιουργών της εποχής του μπαρόκ: Τοπία, νεκρές φύσεις και σκηνές της καθημερινής ζωής.[2] Η εξέλιξη αυτή είναι εμφανής στα έργα των Γιοάχιμ Πατινίρ και Πίτερ Άρτσεν, αλλά η πραγματική ιδιοφυΐα είναι ο Πίτερ Μπρίγκελ ο πρεσβύτερος, ιδιαίτερα γνωστός για τις απεικονίσεις της Φύσης και της καθημερινότητας, επιδεικνύοντας μια προτίμηση στη φυσική κατάσταση του ανθρώπου, επιλέγοντας να απεικονίσει έναν χωρικό παρά έναν πρίγκηπα. Το Τοπίο με την πτώση του Ικάρου, το οποίο σήμερα θεωρείται αντίγραφο του έργου του Μπρίγκελ, αν και είναι ιδιαίτερα μη τυπικό σε πολλά του σημεία, συνδυάζει και ορισμένα στοιχεία της Αναγέννησης στη βόρεια Ευρώπη. Υπαινίσσεται το ανανεωμένο ενδιαφέρον για την αρχαιότητα (ο μύθος του Ικάρου) αλλά ο ίδιος ο ήρωας, ο Ίκαρος, βρίσκεται κρυμμένος κάπου στο παρασκήνιο. Ο βασικός "πρωταγωνιστής" στον πίνακα είναι η ίδια η Φύση και, ιδιαίτερα, ο χωρικός, ο οποίος ούτε καν σηκώνει το βλέμμα από το αλέτρι του όταν ο Ίκαρος πέφτει. Ο Μπρίγκελ εμφανίζει τον άνθρωπο ως αντι-ήρωα, κωμικό και, μερικές φορές, αλλόκοτο.[3]
Εκπρόσωποι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στους ζωγράφους αυτής της περιόδου κατατάσσονται, ανάμεσα σε άλλους, οι:
- Πίτερ Άρτσεν
- Σίμον Μπένινγκ
- Ιερώνυμος Μπος
- Πίτερ Μπρίγκελ ο πρεσβύτερος
- Πίτερ Μπρίγκελ ο νεότερος
- Γιοάχιμ Μπεκελάερ
- Γιόος φαν Κλέφε
- Πίτερ Κούκε φαν Άελστ
- Χιερόνυμους Κοκ
- Κορνέιγ ντε Λυών
- Χανς Έβορτ
- Φρανς Φλόρις
- Μάαρτεν Χέιμσκερκ
- Καταρίνα φαν Χέμεσσεν
- Γιαν Σάντερς φαν Χέμεσσεν
- Άντριεν Ίσενμπραντ
- Γιαν Μαμπούζε / Γιαν Γκόσσαερτ
- Αντόνις Μορ
- Λούκας φαν Λέιντεν
- Λαμπέρ Λομπάρ
- Κουέντιν Μασσάις (Κουέντιν Μέτσυς)
- Γιαν Μόστερτ
- Μπέρναρντ φαν Ορλέι
- Γιοάχιμ Πατινίρ
- Φρανς Πάουρμπους ο πρεσβύτερος
- Πήτερ Πάουρμπους
- Γιαν Προφόοστ
- Μαρίνους φαν Ρέιμερσβαλε
- Γιαν φαν Σκόρελ
- Λεβίνα Τέερλινκ
- Γιάκομπ φαν Ούτρεχτ
Δείτε επίσης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Snyder, 409-412, 432-445
- ↑ 2,0 2,1 Janson, H.W.· Janson, Anthony F. (1997). History of Art (5th, rev. έκδοση). New York: Harry N. Abrams, Inc. ISBN 0-8109-3442-6.
- ↑ 3,0 3,1 Heughebaert, H.· Defoort, A.· Van Der Donck, R. (1998). Artistieke opvoeding. Wommelgem, Belgium: Den Gulden Engel bvba. ISBN 90-5035-222-7.
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- James Snyder, Northern Renaissance Art, 1985, Harry N. Abrams, ISBN 0-13-623596-4
Περαιτέρω ανάγνωση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Orenstein, Nadine M., ed. (2001). Pieter Bruegel the Elder: Drawings and Prints. The Metropolitan Museum of Art. ISBN 978-0-87099-990-1.