brisant

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
brisant brisants

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

brisant (fr) αρσενικό