ekologie
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αφρικάανς (af)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ekologie (af)
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Επίρρημα
[επεξεργασία]ekologie (eo)
- οικολογικά, με οικολογικό τρόπο